Εισήγηση του Νίκου Χρυσόγελου στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων
Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας: Ο νέος Κανονισμός και οι αλλαγές στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική
Ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων Νίκος Χρυσόγελος παρουσίασε τη Δευτέρα 7 Μαΐου στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων την εισήγηση του για τον νέο Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας.
Το Ευρωπαϊκό ταμείο Θάλασσας και Αλιείας είναι ένα σημαντικό εργαλείο με το οποίο θα προωθηθεί η δέσμη μεταρρυθμίσεων της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Ο προτεινόμενος Κανονισμός θα διαθέσει 6.5 δισεκατομμύρια ευρώ για τη στήριξη: 1) της ανάπτυξης της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και των αλιευτικών περιοχών, 2) του έλεγχου και της εφαρμογής, 3) της συλλογής στοιχείων, 4) της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής και 5) της ανάπτυξης των τεχνικών και διοικητικών μέσων για την εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.
Για τη σωστή αξιοποίηση των πόρων αυτών είναι σημαντικό να αναγνωριστεί πως η Κοινή Αλιευτική Πολιτική δεν πέτυχε τους στόχους που είχαν τεθεί τις προηγούμενες δεκαετίες. Τα αλιευτικά πεδία της Ευρώπης ήταν κάποτε πολύ παραγωγικά και ίσως τα πιο παραγωγικά στον κόσμο. Μετά την εφαρμογή τριάντα χρόνων Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής έχουμε παρατηρήσει σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ψαριών, υποβάθμιση των οικοσυστημάτων και των αλιευτικών πεδίων, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις προβλήματα στην επιβίωση των ψαράδων και των παράκτιων κοινωνιών που εξαρτιόνται από την αλιεία.
Ο Νίκος Χρυσόγελος χαρακτήρισε ως θετικό το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει ως βασική κινητήρια δύναμη της υπεραλίευσης την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου και θεωρεί ότι οι επιδοτήσεις έχουν συμβάλλει στην ανισορροπία μεταξύ της τεχνητής διατήρησης πλεονάσματος και της αλιευτικής ικανότητας. Όμως στην προσέγγιση της Επιτροπής αγνοούνται παράγοντες που επηρεάζουν το ζήτημα των ιχθυαποθεμάτων, ιδιαίτερα τα θέματα της ρύπανσης και της υπερβολικής δόμησης της παράκτιας ζώνης, παράγοντες που συμβάλλουν όσο και η υπεραλίευση ή οι καταστροφικές μορφές αλιείας στην μείωση των ιχθυοαποθεμάτων.
Η πρόταση υπολείπεται, επίσης, των προσδοκιών για μια απαραίτητη διαρθρωτική αλλαγή που θα διασφαλίζει ότι οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για τη προώθηση της αειφόρου αλιείας. Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειοψηφία της διαθέσιμης χρηματοδότησης θα μπορούσε και πάλι να διατεθεί για μέτρα τα οποία ευνοούν μια μερίδα επιχειρήσεων και όχι ολόκληρο τον αλιευτικό τομέα και τις παράκτιες κοινωνίες γενικότερα. Στον Κανονισμό, επίσης, υπάρχει περιορισμένη αναφορά στη παράκτια μικρής κλίμακας αλιεία, καθώς και στη στροφή προς μια διαχειριστική προσέγγιση με βάση τα οικοσυστήματα.
«Οι Πράσινοι έχουν θέσει ως στόχο, η αναθεωρημένη Κοινή Αλιευτική Πολιτική να θέσει την περιβαλλοντική αειφορία, ως θεμελιώδη προϋπόθεση για την οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα των παράκτιων και νησιωτικών κοινωνιών καθώς και για τη διασφάλιση του επαγγέλματος του ψαρά. Βασικό εργαλείο για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο είναι η έμφαση σε μέτρα προστασίας και διαχείρισης των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και των αλιευτικών πεδίων» δήλωσε ο Νίκος Χρυσόγελος. «Σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να εμπλακούν ενεργά - και να προβλεφθούν για αυτό κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία - οι τοπικές κοινωνίες και ιδιαίτερα οι παράκτιοι αλιείς. Οι ιχθυοκαλλιέργειες και οι υδατοκαλλιέργειες είναι δραστηριότητες που δεν μπορούμε να αγνοούμε, αλλά θα πρέπει να παίζουν συμπληρωματικό και όχι κυρίαρχο ρόλο στα θέματα της προμήθειας με αλιεύματα και να είναι περιβαλλοντικά υπεύθυνες.
Ο Κανονισμός θα έπρεπε να επιτρέπει τη χρηματοδότηση για πλοία, στόλους και εργαλεία μόνο στη βάση κατάλληλης αξιολόγησης της αλιευτικής ικανότητας σε σχέση πάντα με τις διαθέσιμες αλιευτικές δυνατότητες και για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων (χρηματοδότηση αλλαγών στις μηχανές ώστε να καταναλώνουν λιγότερα καύσιμα ή εναλλακτικά καύσιμα). Η πρόταση περιλαμβάνει, επίσης, ενισχύσεις για τη δημιουργία συστημάτων Μεταβιβάσιμων Αλιευτικών Παραχωρήσεων (ΜΑΠ), αλλά πολλοί κοινωνικοί φορείς, ΜΚΟ και κράτη μέλη αντιτίθενται σε κάτι τέτοιο».
Δείτε το βίντεο της τοποθέτησης του Ν. Χρυσόγελου:
http://www.youtube.com/watch?v=JPGOWG8q9uk
Ακολουθεί το κείμενο της τοποθέτησης:
Η πρόταση για το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας
Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (EMFF), η οποία θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ), αποτελεί βασικό στοιχείο της δέσμης μεταρρυθμίσεων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ).
Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας θα συνδυάζει οικονομικούς πόρους για την αλιεία και τη θαλάσσια πολιτική. Πιο συγκεκριμένα, ο προτεινόμενος Κανονισμός θα διαθέσει 6.5 δισεκατομμύρια ευρώ για τη στήριξη: 1) της ανάπτυξης της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και των αλιευτικών περιοχών, 2) του έλεγχου και της εφαρμογής, 3) της συλλογής στοιχείων, 4) της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής και 5) της ανάπτυξης των τεχνικών και διοικητικών μέσων για την εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.
Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ) διέρχεται σήμερα μια απολύτως αναγκαία μεταρρύθμιση και το EMFF πρέπει να σχεδιαστεί για να την υποστηρίξει, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη αλιεία. Η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ και του χρηματοδοτικού μέσου προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την εξάλειψη των επιδοτήσεων που συμβάλλουν στην υπεραλίευση και την υποστήριξη της μετάβασης προς μια πραγματικά βιώσιμη αλιεία αλλά και για την επίτευξη υγιών θαλάσσιων οικοσυστημάτων.
Τα αλιευτικά πεδία της Ευρώπης ήταν κάποτε από τα πιο παραγωγικά στον κόσμο. Τριάντα, όμως, χρόνια Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) έχουν ως αποτέλεσμα τη σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ψαριών, την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, καθώς και βλάβες σε θαλάσσια είδη, οικοτόπους και αλιευτικά πεδία. Το 63% των εξεταζόμενων ιχθυαποθεμάτων στον Ατλαντικό έχουν υπεραλιευθεί, στη Μεσόγειο το ποσοστό αγγίζει το 82%, ενώ στη Βαλτική 4 από τα 6 ιχθυαποθέματα έχουν υπεραλιευθεί.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε ως μία από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις της υπεραλίευσης την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου και θεωρεί ότι οι επιδοτήσεις έχουν συμβάλει σε αυτή την ανισορροπία μέσω της τεχνητής διατήρησης της πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας. Το 2011 έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το επιβεβαιώνει, αναφέροντας ότι η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου οδηγεί στην εξάντληση των αποθεμάτων των ψαριών, απειλώντας την ευημερία των θαλασσών μας και την βιωσιμότητα των αλιευτικών κοινοτήτων.
Οι Πράσινοι πιστεύουμε ότι η αναθεωρημένη ΚΑλΠ θα πρέπει να θέσει την περιβαλλοντική αειφορία, στη βάση της αρχής της προφύλαξης και της διαχειριστικής προσέγγισης των οικοσυστημάτων, ως θεμελιώδη προϋπόθεση για την οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα, εμπλέκοντας ενεργά τις τοπικές κοινωνίες και τη παράκτια αλιεία στην διαδικασία συνδιαχείρισης και προστασίας των ιχθυαποθεμάτων. Επιπλέον, όμως, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα και για άλλους παράγοντες – πέραν της υπεραλίευσης – που συμβάλλουν στη μείωση των ιχθυαποθεμάτων.
Τα αλιευτικά αποθέματα πρέπει να διατηρηθούν σε επίπεδα αρκετά υψηλότερα από αυτά μπορούν να παράγουν Μέγιστη Βιώσιμη Απόδοση, έτσι ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν το ρόλο τους στο θαλάσσιο οικοσύστημα ως αρπακτικά ή θηράματα, ενώ ταυτόχρονα θα μπορούν να υποστηρίξουν την αύξηση των ποσοτήτων αλιευμάτων, έτσι ώστε να είναι κερδοφόρα χωρίς συνεχείς επιδοτήσεις. Μέχρι το 2015 θα πρέπει να θεσπιστούν σχέδια για όλα τα ρυθμιζόμενα είδη.
Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας συνδυάζει οικονομικούς πόρους για την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, καθώς και για τον έλεγχο και την επιβολή των μέτρων, τη συλλογή δεδομένων και την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική. Η ενσωμάτωση αυτών των, διαχωρισμένων πριν, χρηματοδοτικών εργαλείων σε ένα ενιαίο χρηματοδοτικό μέσο μπορεί να απλοποιήσει τη διοίκηση μέσω ενοποιημένων κανόνων και διαδικασιών, ενώ θα συμβάλει στην αποτελεσματικότερη κι αποδοτικότερη κατανομή των διαθέσιμων πόρων.
Η πρόταση δεσμεύεται να διασφαλίσει ότι η χρηματοδότηση θα είναι διαθέσιμη μόνο για τα κράτη μέλη που συμμορφώνονται με τους στόχους και τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, ιδίως τις υποχρεώσεις ελέγχου, τον Κανονισμό για την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας και τις υποχρεώσεις συλλογής δεδομένων, ενώ χρηματοδοτεί μόνο επιχειρήσεις που τηρούν τη ΚΑλΠ.
Η πρόταση περιέχει ένα μεγάλο αριθμό μέτρων τα οποία μπορούν να συμβάλουν στη βιώσιμη αναβάθμιση του τομέα της αλιείας της ΕΕ. Μέτρα για την προώθηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και του κοινωνικού διαλόγου, για την διευκόλυνση της διαφοροποίησης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, για την θέσπιση και ανάπτυξη τοπικών πρωτοβουλιών από τα κάτω με στόχο την υποστήριξη αλιευτικών περιοχών, τοπικών στρατηγικών ανάπτυξης και τοπικών συμπράξεων.
Η πρόταση περιλαμβάνει, επίσης, μέτρα για την υποστήριξη της βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης, αποκατάστασης και παρακολούθησης περιοχών Natura 2000 και θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών.
Δεν περιλαμβάνει οικονομική υποστήριξη για την κατασκευή νέων λιμένων, νέων τόπων εκφόρτωσης ή νέων ιχθυοσκάλων, καθώς και ενισχύσεις για αντικατάσταση μηχανών, που είναι ένα βήμα για την αποδέσμευση των επιδοτήσεων της αλιείας από τη πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα. Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες θα βελτιώσουν τη διαφάνεια και την ενημέρωση του κοινού, τη συλλογή και μεταφορά δεδομένων, καθώς και τον έλεγχο και την εφαρμογή, αν και δεν είναι προσαρμοσμένες στις περιφερειακές και τοπικές ιδιαιτερότητες.
Ωστόσο, η πρόταση υπολείπεται των προσδοκιών για μια απαραίτητη διαρθρωτική αλλαγή που θα διασφαλίζει ότι η δημόσια ενίσχυση θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη προώθηση της αειφόρου αλιείας. Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειοψηφία της διαθέσιμης χρηματοδότησης θα μπορούσε και πάλι να διατεθεί για μέτρα τα οποία ευνοούν μια μερίδα επιχειρήσεων και όχι ολόκληρο τον αλιευτικό τομέα ή την κοινωνία γενικότερα. Υπάρχει περιορισμένη αναφορά στη παράκτια μικρής κλίμακας αλιεία, καθώς και στη στροφή προς μια διαχειριστική προσέγγιση με βάση τα οικοσυστήματα.
Η πρόταση δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά τις χρηματοδοτήσεις που συμβάλλουν στη διατήρηση της υφιστάμενης πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας και θα έπρεπε να επιτρέπει τη χρηματοδότηση για πλοία, στόλους και εργαλεία μόνο στη βάση κατάλληλης αξιολόγησης της αλιευτικής ικανότητας σε σχέση πάντα με τις διαθέσιμες αλιευτικές δυνατότητες και για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων (χρηματοδότηση αλλαγών στις μηχανές ώστε να καταναλώνουν λιγότερα καύσιμα ή εναλλακτικά καύσιμα). Η πρόταση περιλαμβάνει, επίσης, ενισχύσεις για τη δημιουργία συστημάτων Μεταβιβάσιμων Αλιευτικών Παραχωρήσεων (ΜΑΠ), ενώ πολλοί κοινωνικοί φορείς, ΜΚΟ και κράτη μέλη αντιτίθενται στις υποχρεωτικές ΜΑΠ. Κάθε ενίσχυση που αποσκοπεί στη θέσπιση συστημάτων για τη διαχείριση των αλιευμάτων θα πρέπει να στοχεύει σε διαχειριστικά μέτρα που εμπλέκουν τους κοινωνικούς εταίρους σε επίπεδο αλιευτικού πεδίου.
Η ενίσχυση σκαφών ή λιμένων για να κάνουν καλύτερη χρήση των ανεπιθύμητων εμπορικών αλιευμάτων θα υπονομεύσει τις επιθυμητές υποχρεώσεις κατά την εκφόρτωση, καθώς και τη προσπάθεια να αλιεύουν πιο στοχευμένα, επιλεκτικά και βιώσιμα. Η χρηματοδότηση θα πρέπει να στοχεύει στη μείωση των ποσοστών θνησιμότητας των ανεπιθύμητων αλιευμάτων, π.χ. μέσω έρευνας σε πιο επιλεκτικές και φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές και αλιευτικά εργαλεία, και όχι στην εμπορία των ανεπιθύμητων αλιευμάτων.
Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων τα οποία θα προωθήσουν αδιακρίτως την ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών, χωρίς την απαραίτητη εξέταση περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραμέτρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου